Ο μοναχός πρόσθεσε:
«Θέλω να κάνετε την ακόλουθη άσκηση μέχρι να ξαναβρεθούμε: κάθε μέρα, κατά προτίμηση την ίδια ώρα, θα παίρνετε μια μεγάλη κλεψύδρα που διαρκεί πολύ, θα κάθεστε σ' ένα μέρος άνετο όπου δε θα σας ενοχλεί κανείς, θα παίρνετε μολύβι και χαρτί, και όση ώρα η άμμος πέφτει θα μένετε μόνη στο δωμάτιο, προσπαθώντας να επαναφέρετε στη μνήμη σας όλες τις σκέψεις που κάνατε γύρω από την παχυσαρκία σας. Πρέπει να θυμηθείτε όλες τις δυσάρεστες σκέψεις και να τις καταγράψετε. να σκεφτείτε τους χειρότερους φόβους σας σχετικά με το σώμα σας και τον τρόμο που σας προκαλεί το πάχος. να σκεφτείτε όλες τις ανησυχίες και τους χειρότερους εφιάλτες σας. να προσπαθήσετε να βιώσετε όλα τα συναισθήματά σας έντονα. να γράψετε. να γράψετε χωρίς ειρμό...»
Η δίαιτα της κινέζας πριγκίπισσας αποτελεί ένα μεικτό είδος βιβλίου, δύσκολο στην ταξινόμηση. Συμβουλές για αδυνάτισμα και υγιεινή διατροφή; Λογοτεχνία χρηστικού χαρακτήρα; Χιουμοριστικό δοκίμιο για μελαγχολικές υπέρβαρες; Άλλη μία δίαιτα μεταξύ εκατοντάδων; Ή, ίσως, ένα πονηρό κλείσιμο του ματιού προς όσους αντιμάχονται ανεπιτυχώς τα παραπανίσια κιλά ξοδεύοντας όλα τους τα ψυχικά αποθέματα; Σε οποιοδήποτε ράφι της βιβλιοθήκης κι αν καταλήξει, η δίαιτα που προτείνει ο μοναχός σαολίν στην τροφαντή πριγκιποπούλα Μέι Φεν, αποτελεί μια εναλλακτική πρόταση διατροφής που μπορεί να αλλάξει τη σχέση μας με το ψυγείο.
Η πριγκίπισσα Μέι Φεν
Η πριγκίπισσα Μέι Φεν μπήκε παραπατώντας στην κουζίνα με κομμένη ανάσα, κομμένα πόδια και μάτια βουρκωμένα. Χτες βράδυ δεν ήταν που είχε ορκιστεί να μην ξαναφάει γλυκά; Που είχε κάνει τάμα νʼ ακούει τον γιατρό της αυλής και να τρέφεται υγιεινά; Μήπως απʼ το πρωί δεν είχε φάει μόνον εξωτικά φρούτα σαν καλό και φρόνιμο κορίτσι; Γιατί λοιπόν τώρα ένιωθε την κοιλιά της να γουργουρίζει;
Γιʼ άλλη μια φορά, η προσπάθεια της μέρας θα πήγαινε στράφι με το που έπεφτε η νύχτα, αφού η Μέι Φεν ξαναγύριζε στην κουζίνα του παλατιού υποταγμένη στον πειρασμό, ανίκανη να δείξει χαρακτήρα.
Σαν τη δαιμονισμένη έπιασε να περπατάει πάνω-κάτω, με μια ακατανίκητη επιθυμία να φάει κάτι γλυκό. Προς στιγμήν ταλαντεύτηκε μπροστά από κάτι ταρτάκια, κι αμέσως μετά τα καταβρόχθισε εν ριπή οφθαλμού. Ένιωσε ένα κύμα ικανοποίησης και ηρεμίας να την πλημμυρίζει, όσο η γλυκιά γεύση στον ουρανίσκο τής στόλιζε το πρόσωπο μʼ ένα πλατύ χαμόγελο. Με το που βγήκε από την κουζίνα, όμως, κι αντίκρισε τον εαυτό της στον καθρέφτη, συνειδητοποίησε γιʼ άλλη μια φορά ότι τα ʼχε κάνει μαντάρα. Πνιγμένη στην ντροπή για την κατάντια της, έβαλε τα κλάματα.
Το βασίλειο του Τσου
Ο αυτοκράτορας Χαν Γου Ντι είχε τρεις θυγατέρες. Καταπώς όριζαν οι παραδόσεις, ανάλογα με τη σειρά που είχαν γεννηθεί, ονομάζονταν: Πρώτη Πριγκίπισσα, Δεύτερη Πριγκίπισσα και Τρίτη Πριγκίπισσα. Η αυτοκράτειρα μητέρα τους είχε όμως δώσει ένα ξεχωριστό όνομα στην τελευταία της κόρη: την είχε ονομάσει Μέι Φεν, που σήμαινε «άρωμα από δαμάσκηνο», κι αυτό για δύο κυρίως λόγους: ο πρώτος, γιατί το δαμάσκηνο συμβόλιζε την καλή τύχη και την ευδαιμονία, κι ο δεύτερος γιατί η ίδια τρελαινόταν για σάλτσα από δαμάσκηνα, την οποία και ζητούσε να της φτιάχνουν οι μάγειροι της αυλής όσο ήταν έγκυος στη Μέι Φεν.
Η Μέι Φεν ήταν η πιο όμορφη από τις αδελφές της, κι αν δεν ήταν το πάχος θα ήταν σίγουρα η ωραιότερη πριγκίπισσα σʼ ολάκερο το βασίλειο. Ο αυτοκράτορας και η γυναίκα του θλίβονταν πολύ για τα περιττά κιλά της στερνοκόρης τους...
Σύμφωνα με το πρωτόκολλο, όλες οι πριγκίπισσες έπρεπε να παντρευτούν πρίγκιπες από γειτονικά βασίλεια. Μάλιστα, τα ήθη και τα έθιμα του βασιλείου όριζαν ότι οι πριγκίπισσες που ήθελαν να συνάψουν γάμο έπρεπε να περάσουν από κάποιες δοκιμασίες, μία από τις οποίες ήταν και η επίδειξη της σβελτάδας και της χάρης τους, δημοσίως.
Την τελευταία φορά —πάνε τρία χρόνια τώρα— ο κόσμος είχε ξεκαρδιστεί με τη Μέι Φεν που ήταν τόσο αδέξια στις κινήσεις της... Η πριγκιποπούλα θύμιζε μια μπάλα λίπος που πάσχιζε χωρίς ελπίδα, κι ο αυτοκράτορας είχε απογοητευτεί. Ούτε κι αυτός ακόμα ο σεβασμός που ενέπνεε στους υπηκόους του, θα μπορούσε εκείνη τη στιγμή να γλιτώσει την κόρη του από τον περίγελο. Η παράδοση, όμως, ήταν ιερή. Ποιος θα τολμούσε να αλλάξει τους κανόνες με τους οποίους παντρεύονταν χρόνια τώρα οι πριγκιποπούλες;
Στο μεταξύ, η παχυσαρκία της Μέι Φεν αποτελούσε το μόνιμο θέμα συζήτησης του αυτοκρατορικού ζεύγους.
«Ακόμα να ξεχάσω την ντροπή της καημένης της θυγατέρας μου» είπε η αυτοκράτειρα με βαρύ αναστεναγμό.
«Αμ εγώ; Όσο τη θυμάμαι να παλεύει μʼ εκείνα τα εμπόδια...» απάντησε ο αυτοκράτορας.
«Το χειρότερο, ήταν όταν έβαλαν τα γέλια οι καλεσμένοι πρίγκιπες.»
«Πρέπει να δείξουμε εμπιστοσύνη στον καινούργιο γιατρό της αυλής.»
«Στον οποίο, παρεμπιπτόντως, η Μέι Φεν, δε δίνει καμία απολύτως σημασία.»
Το δίλημμα
Σαν να μην ήταν αρκετό το πρόβλημα της Μέι Φεν, η όλη κατάσταση προκαλούσε, επιπλέον, μια αμηχανία. Ορισμένοι από τους πρίγκιπες που είχαν προσκληθεί στην τελετή ένιωθαν οίκτο, σε αντίθεση με κάποιους άλλους που έδειχναν να αδιαφορούν. Κανένας, όμως, δεν τολμούσε να ζητήσει το χέρι της τροφαντής πριγκίπισσας, γιατί όλοι πίστευαν ότι η Μέι Φεν, εκτός από χοντρή θα ήταν και κλαψιάρα. Έτσι, κανένας λογικός πρίγκιπας δεν ήθελε να περάσει τη ζωή του μαζί της, και παρόλο που είχαν υπάρξει κάποιοι που είχαν σκεφτεί το γάμο, κανένας δεν το επιχειρούσε, φοβούμενος μήπως οι άλλοι το εκλάβουν ως κάποιου είδους στρατηγική για να μπει στην οικογένεια του ισχυρότερου αυτοκράτορα όλων των εποχών.
Ο μονάρχης, παρόλη τη δύναμη και την εξυπνάδα του δεν ήξερε πώς να λύσει το πρόβλημα του παιδιού του. Οι γιατροί τής αυλής είχαν προσπαθήσει να βοηθήσουν την πριγκίπισσα και είχαν όλοι τους αποτύχει παταγωδώς, καταλήγοντας στο ότι η πριγκίπισσα δεν είχε ισχυρή θέληση και γιʼ αυτό παρατούσε τη δίαιτα που της πρότειναν. Η ίδια, πάλι, ξεκινούσε κάθε φορά με ενθουσιασμό, υπάκουε στις εντολές των γιατρών, έχανε μερικά κιλά, αλλά με το που περνούσαν μερικές βδομάδες τα ξανάπαιρνε και ξανακυλούσε στις κακές διατροφικές της συνήθειες.
Η φήμη της πριγκίπισσας Μέι Φεν είχε φτάσει μέχρι τα πιο απομακρυσμένα βασίλεια. Γιατροί πολλοί από μέρη μακρινά προθυμοποιούνταν να έρθουν στο βασίλειο Τσου για να αναλάβουν την πριγκίπισσα. Ο αυτοκράτορας έταζε γενναίες αμοιβές σε όποιον κατάφερνε να απαλύνει το κακό που είχε βρει τη θυγατέρα του. Από στιγμή σε στιγμή αναμενόταν, μάλιστα, και η άφιξη ενός από τους πιο ξακουστούς γιατρούς όλης της αυτοκρατορίας.