Είµαι αυτή που επιµένει να φοράει στο λαιµό της
ένα κολιέ µε πυγολαµπίδες
για να φωτίζει η νύχτα, στο δωµάτιό µου,
µε µικρές, διακριτικές και γαλάζιες φλόγες [...]
Μια ακόµα ανάµεσα στο πλήθος
ψάχνοντας τη γωνιά κάτω απʼ το κυπαρίσσι
ή την αρµονική συγχορδία των κυµάτων [...]
Η παράλογη που ανοίγει τον κόσµο
γυµνόστηθη και ξυπόλυτη,
στην πίστα του τσίρκου [...]
Αυτή είµαι.
Μια µικρή φλόγα κάτω απʼ το µανίκι
του τυφλού γείτονα.
Κατοικείται απʼ τη μνήμη
Είμαι αυτή που επιμένει να φοράει στο λαιμό της
ένα κολιέ με πυγολαμπίδες
για να φωτίζει η νύχτα, στο δωμάτιό μου,
με μικρές, διακριτικές και γαλάζιες φλόγες,
ένα χιλιοστό από το στεφάνι της φωτιάς και το μυστήριο.
Είμαι αυτή που επιμένει
νʼ αγγίζει με σκληρότητα τις αισθήσεις,
με το προφανές σε όφελός μου.
Μαζί μου βαδίζουν
αυτές οι γυναίκες που είμαι
αυτές οι γυναίκες με σάρκα και αίμα
που αντιστέκονται
στα κενά της πλήξης
τα κυριακάτικα απογεύματα στην πόλη
στον ακατάπαυστο χτύπο
της σταλαγματιάς το απομεσήμερο
ας πούμε, στις μικρές θλίψεις.
Αυτές οι γυναίκες που είμαι
η ξύπνια, η ονειροπόλα,
η λαίλαπα, η τανάλια,
η γάτα σε έξαψη
αυτή που δεν συνηθίζει πια να χτυπά
την πόρτα της παιδικής ηλικίας,
η μετανάστρια.
Μια ακόμα ανάμεσα στο πλήθος
ψάχνοντας τη γωνιά κάτω απʼ το κυπαρίσσι
ή την αρμονική συγχορδία των κυμάτων
ώστε να βγάλω τʼ άπλυτα στη φόρα
ή να μιλήσω μόνη με τους καθρέφτες μου
ή νʼ απλώσω τις αλήθειες στο φως
Να δηλώσω πως είμαι ζωντανή
στην κυκλική εκστρατεία να εμποδίσω
να ρίξουν στην πυρά την τρελή μάγισσα.
Η παράλογη που ανοίγει τον κόσμο
γυμνόστηθη και ξυπόλυτη,
στην πίστα του τσίρκου.
Είμαι αυτή που πηδάει πάνω από πέτρες και βούρκους
σαν το βάτραχο που επιβιώνει
απʼ το μοιραίο της αιχμαλωσίας.
Λέξη που ζυμώνει το ψωμί
Λέξη που κατοικείται απʼ τη μνήμη
Λέξη μιγάδα μιας παρουσίας
Στο χώμα και στην ξερολιθιά.
Αυτή είμαι
μια μικρή φλόγα κάτω απʼ το μανίκι
του τυφλού γείτονα.