ΣΚΕΨΕΙΣ

ΣΚΕΨΕΙΣ

Συγγραφέας: ΛΕΟΠΑΡΝΤΙ ΤΖΙΑΚΟΜΟ
Μετάφραση: ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ
Εκδόθηκε: 03/01/1997
ISBN: 960-7073-13-4
Σελίδες: 104

€11.45 €12.72

  Στο καλαθι βιβλια

Όταν ξαναβλέπω έπειτα από αρκετά χρόνια έναν άνθρωπο που είχα γνωρίσει νέο, με την πρώτη ματιά μού φαίνεται πάντοτε ότι βλέπω κάποιον που έμαθε μια μεγάλη συμφορά. Η έκφραση της χαράς και της αυτοπεποίθησης χαρακτηρίζει μόνο τη νεαρή ηλικία: το αίσθημα αυτού που χάνεται και οι σωματικές ταλαιπωρίες που μεγαλώνουν από μέρα σε μέρα δίνουν τελικά ακόμα και στους πιο επιπόλαιους, ακόμα και στους πιο εύθυμους από φυσικού τους, ακόμα μάλιστα και στους πιο ευτυχισμένους, μια φυσιογνωμία και μια συμπεριφορά που αποκαλούνται σοβαρές και που, σε σύγκριση μ’ εκείνες των νέων και των παιδιών, είναι αληθινά θλιμμένες. «Οι σκέψεις του Λεοπάρντι, αν και γεννήθηκαν για να αποτελέσουν ένα εγχειρίδιο καθοδήγησης των νέων στη ζωή τους μες στην κοινωνία, λόγω της φλογερής συγκίνησης που τις διαπνέει και συχνά μάλιστα τις πυροδοτεί, μεταβλήθηκαν σε μια φωνή προφητική, σε έναν οδηγό για επαναστάτες.» Ούγκο Ντότι

Επί πολύ καιρό αρνιόμουν να πιστέψω τα όσα θα πω εδώ, γιατί, εκτός του ότι ήταν πολύ ξένα προς τη φύση μου, και τείνουμε πάντα να κρίνουμε τους άλλους από τον εαυτό μας, η προδιάθεση μου δεν ήταν καθόλου να μισώ τους ανθρώπους, αλλ' αντίθετα να τους αγαπώ. Στο τέλος η πείρα μ' έπεισε, σχεδόν με το ζόρι, ότι αληθεύουν και είμαι βέβαιος ότι όσοι αναγνώστες είχαν στη ζωή τους πολλές και ποικίλες δοσοληψίες με τους ανθρώπους, θα προσυπογράψουν αυτά που θα πω· όλοι οι άλλοι θα τα θεωρήσουν υπερβολές, ώσπου η πείρα, αν ποτέ τους δοθεί η ευκαιρία ν' αποκτήσουν πείρα της ανθρώπινης κοινωνίας, ν' ανοίξει τα μάτια τους. Λέω ότι ο κόσμος είναι ένας συνασπισμός των απατεώνων εναντίον των τίμιων ανθρώπων και των ποταπών εναντίον των μεγαλόψυχων. Όταν δύο ή περισσότεροι απατεώνες συναντιούνται για πρώτη φορά, αναγνωρίζονται μεταξύ τους εύκολα, θα έλεγε κανείς διαισθητικά, και δεν αργούν να συμφωνήσουν ή, αν τα συμφέροντα τους δεν το επιτρέπουν, οπωσδήποτε συμπαθούν ο ένας τον άλλο και τρέφουν αμοιβαίο σεβασμό. Αν ένας απατεώνας συναλλάσσεται με άλλους απατεώνες, συμβαίνει συχνότατα να συμπεριφέρεται τίμια και να μην τους εξαπατά αντίθετα, όταν έχει να κάνει με τίμιους ανθρώπους, αποκλείεται να μην παρασπονδήσει και, αν τον συμφέρει, να μην προσπαθήσει να τους καταστρέψει, ακόμα και αν πρόκειται για άτομα δυναμικά και ικανά να εκδικηθούν γιατί ελπίζει, και σχεδόν πάντα το κατορθώνει, να νικήσει το θάρρος τους με τις ραδιουργίες του. Έχω δει επανειλημμένα εξαιρετικά λιπόψυχους ανθρώπους που όταν έχουν να διαλέξουν ανάμεσα σ' έναν απατεώνα ακόμα και πιο δειλό από τους ίδιους κι έναν τίμιο γεμάτο θάρρος, συντάσσονται από φόβο με τον απατεώνα· και μάλιστα αυτό συμβαίνει πάντα με τους συνηθισμένους ανθρώπους που βρίσκονται σε παρόμοια θέση· γιατί οι μέθοδοι του γενναίου και τίμιου ανθρώπου είναι γνωστές και απλές, ενώ του κακοποιού είναι σκοτεινές κι έχουν ατέλειωτη ποικιλία. Ο καθένας ξέρει ότι τ' άγνωστα πράγματα προκαλούν περισσότερο φόβο από τα γνωστά· κι εύκολα μπορείς να φυλαχτείς από την εκδίκηση των μεγαλόψυχων, από την οποία σε σώζουν η ίδια η δειλία και ο φόβος· αλλά κανένας φόβος και καμιά δειλία δεν αρκούν για να σε γλιτώσουν από τους κρυφούς κατατρεγμούς, τις παγίδες, ακόμα και τα φανερά πλήγματα που προέρχονται από χαμερπείς εχθρούς. Γενικά, στην καθημερινή ζωή, το αληθινό θάρρος εμπνέει ελάχιστο φόβο· διότι, καθώς δεν συνοδεύεται από τον παραμικρό δόλο, στερείται του μηχανισμού εκείνου που κάνει τα πράγματα επίφοβα, και συχνά οι άλλοι δεν το παίρνουν σοβαρά. Αντίθετα, οι απατεώνες εμπνέουν πρόσθετο φόβο, επειδή, χάρη στη δολιότητά τους, θεωρούνται συχνά ατρόμητοι. Είναι σπάνιοι οι φτωχοί απατεώνες· γιατί, ξέχωρα απ' όλα τ' άλλα, αν ένας έντιμος άνθρωπος περιέλθει σ' ένδεια, κανένας δεν τον συντρέχει και μάλιστα πολλοί επιχαίρουν αν όμως ένας κακοποιός καταντήσει φτωχός, ολόκληρη η πόλη σηκώνεται για να τον βοηθήσει. Εύκολα καταλαβαίνουμε το γιατί: είναι φυσικό να συγκινούμαστε από τις συμφορές των συντρόφων και ομοειδών μας, γιατί μας φαίνεται ότι απειλούν κι εμάς· και, όταν μπορούμε, τους βοηθούμε πρόθυμα να ορθοποδήσουν, γιατί ξέρουμε καλά πως, αν αδιαφορούσαμε, θα ήταν σαν να συναινούσαμε στο να έχουμε την ίδια μεταχείριση, όταν έρθει η σειρά μας. Οι απατεώνες λοιπόν, που στον κόσμο είναι οι πιο πολλοί και οι πιο πλούσιοι, θεωρούν τους άλλους απατεώνες, ακόμα και όταν δεν τους γνωρίζουν προσωπικά, συντρόφους και ομοειδείς τους κι αισθάνονται υποχρεωμένοι να τους συμπαρασταθούν στις αναποδιές, εξαιτίας εκείνου του είδους συμμαχίας που, όπως είπα, υπάρχει ανάμεσα τους. Τους φαίνεται μάλιστα σκανδαλώδες να δεινοπαθεί ένας άνθρωπος γνωστός ως απατεώνας· γιατί ο κόσμος, που στα λόγια τιμά πάντα την αρετή, δε διστάζει σε τέτοιες περιπτώσεις να μιλήσει για θεία δίκη, κι έτσι τ' όνειδος πέφτει σε όλους τους και μπορεί να τους βλάψει. Οι προσπάθειες τους ν' αποφύγουν αυτό το σκάνδαλο είναι τόσο αποτελεσματικές, ώστε δεν υπάρχουν παρά λιγοστές περιπτώσεις κακοποιών, εκτός αν πρόκειται για εντελώς ασήμαντα άτομα, που, όταν τους βρίσκει κάποια κακοτυχία, να μην τα βγάζουν πέρα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Αντίθετα, οι καλοί και οι μεγαλόψυχοι, καθώς διαφέρουν από τη μάζα, θεωρούνται από αυτή σχεδόν πλάσματα άλλου είδους, και κατά συνέπεια όχι μόνο δεν αντιμετωπίζονται σαν αδέλφια και σύντροφοι, αλλά εξαιρούνται από τα κοινωνικά δικαιώματα και, όπως βλέπουμε ολοένα, διώκονται περισσότερο ή λιγότερο άγρια, ανάλογα με τη μικροψυχία και την αχρειότητα της εποχής και του λαού όπου τους έλαχε να ζουν γιατί, όπως στους ζωικούς οργανισμούς η φύση έχει πάντα την τάση ν' απαλλάσσεται από τους χυμούς και τα στοιχεία που δεν συμβιβάζονται με τα συστατικά τους, έτσι και στα μεγάλα ανθρώπινα σύνολα η ίδια φύση ορίζει ότι όποιος διαφέρει πολύ από το πλήθος, προπαντός όταν αυτή η διαφορά είναι και αντίθεση, πρέπει να εξοντώνεται ή να εξοστρακίζεται με κάθε μέσο. Κατά κανόνα μάλιστα οι καλοί και οι γενναιόφρονες είναι πιο μισητοί, γιατί είναι ειλικρινείς και λένε τα πράγματα με τ' όνομα τους. Αμάρτημα ασυγχώρητο για το ανθρώπινο είδος, που ποτέ δε μισεί τόσο αυτόν που κάνει το κακό, ούτε το ίδιο το κακό, όσο αυτόν που το κατονομάζει. Έτσι ώστε συχνά ο κακοποιός αποκτά πλούτη, τιμές και αξιώματα, ενώ εκείνος που τον στηλιτεύει σύρεται στην αγχόνη· γιατί οι άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να υποστούν τα πάνδεινα από τους άλλους ή από τον ουρανό, αρκεί να τα γλιτώσουν στα λόγια.

ΛΕΟΠΑΡΝΤΙ ΤΖΙΑΚΟΜΟ