€14.31 €15.90
Στο καλαθι βιβλιαΟ κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος του Μπλεζ Σαντράρ ξεπερνά κατά πολύ τα ανθρώπινα μέτρα. Υπερβατικός, ευαίσθητος και βίαιος, ιδεολόγος και φονιάς, δημεγέρτης και καταζητούμενος, αποτελεί μία από τις συνθετότερες μορφές μυθιστορηματικού ήρωα στην ιστορία της λογοτεχνίας. Ένα συναρπαστικό βιβλίο που, μέσα από το βίο του Μοραβαζίν, φέρνει στο φως τις πιο κρυφές πλευρές της ανθρώπινης ψυχης.
Το πνεύμα μιας εποχής α) Ειδικευόμενος Το 1900, τέλειωνα την ιατρική. Έφυγα από το Παρίσι τον Αύγουστο για να πάω στο Σανατόριο του Βαλντενζέε, κοντά στη Βέρνη, στην Ελβετία. Ο δάσκαλος και φίλος μου, ο διάσημος αφροδισιολόγος ντ' Αντρέγκ με είχε θερμά συστήσει στο δόκτορα Στάιν, το διευθυντή του Σανατόριου, του οποίου και θα γινόμουν ο πρώτος βοηθός. Ο Στάιν και η κλινική του ήταν, τον καιρό εκείνο, πασίγνωστα. Φρεσκοβγαλμένος από την Ιατρική και έχοντας αποκτήσει μια κάποια καλή φήμη μεταξύ των ειδικών, για τη διατριβή μου επί του χημισμού των ασθενειών του υποσυνείδητου, ανυπομονούσα να αποτινάξω το ζυγό της Σχολής και να επιφέρω ένα καίριο πλήγμα στην κατεστημένη διδασκαλία. Όλοι οι νεαροί γιατροί έχουν περάσει από το στάδιο αυτό. Είχα λοιπόν ειδικευτεί στη μελέτη των λεγόμενων «ασθενειών» της βούλησης και, ιδιαίτερα, των νευρικών διαταραχών, των έκδηλων συσπάσεων των μυών, οι οποίες προκαλούνται από τα φαινόμενα της εγγενούς εκείνης παραίσθησης που, κατ' εμέ, δεν είναι παρά η συνεχής, διαχεόμενη δραστηριότητα της συνείδησης. Η μελέτη αυτή, με τις άπειρες πλευρές της, που όλες τους αγγίζουν τα πιο καυτά προβλήματα της ιατρικής, των φυσικών επιστημών, της μεταφυσικής, καθώς συνεπάγεται ακριβείς παρατηρήσεις, επίμοχθες εντρυφήσεις σε συγγράμματα, γενικές γνώσεις, μάτι, τακτ, επιμονή, λογική στις ιδέες, αίσθηση των αλληλουχιών, μαντική ικανότητα του πνεύματος, καθώς προσφέρει ό,τι λαμπρό και αχανές σε μια αυθόρμητη, διορατική ευφυΐα, μόνο η μελέτη αυτή μπορούσε να θέλξει έναν χαρακτήρα τόσο φιλόδοξο και τόσο ιδιοτελή όσο ο δικός μου, και να του δώσει γρήγορα, φουριόζικα, τη δυνατότητα της επιτυχίας. Άλλωστε, υπολόγιζα πολύ στο ταλέντο μου στη διαλεκτική και... στην υστερία. Η υστερία, η Μεγάλη Υστερία, ήταν τότε του συρμού στους ιατρικούς κύκλους. Μετά τις προκαταρκτικές εργασίες των Σχολών του Μονπελιέ και της Σαλπετριέρ που, ας το πούμε έτσι, προσδιόρισαν απλώς, οριοθέτησαν το αντικείμενο της μελέτης τους, αρκετοί ξένοι επιστήμονες μονοπώλησαν το θέμα, κυρίως ο Αυστριακός Φρόιντ, το διεύρυναν, εμβάθυναν σ'αυτό, το έβγαλαν, το απέσπασαν από το καθαρά πειραματικό, κλινικό πεδίο του, και το μετέβαλαν σε ένα είδος επιμεταφυσικής της κοινωνικής θρησκευτικής και καλλιτεχνικής παθολογίας, με στόχο όχι να καταφέρουν να γνωρίσουν την κλιμάκωση της τάδε κατευθυντήριας ιδέας, αυθόρμητα σχηματιζόμενης στην πλέον απόμακρη περιοχή της συνείδησης, και να προσδιορίσουν το ταυτόχρονο του «αυτοκραδασμού» των παρατηρουμένων στο υποκείμενο αισθήσεων, αλλά να δημιουργήσουν, να κατασκευάσουν εκ των ενόντων μια συναισθηματική συμβολι-στική, την επιλεγόμενη ορθολογική, των επίκτητων ή έμφυτων παραδρομών του υποσυνείδητου, ένα είδος κλειδιού των ονείρων, προς χρήση των ψυχιάτρων, όπως το είχε κωδικοποιήσει ο Φρόιντ στα έργα του για την ψυχο-ανάλυση, και το οποίο ακριβώς ο δόκτωρ Στάιν έθετε για πρώτη φορά σε εφαρμογή στο τόσο πολυσύχναστο Σανατόριό του στο Βαλντενζέε. Ποτέ δεν μελετήθηκε η παθογένεια ως ειδικό κεφάλαιο μιας γενικής φιλοσοφίας. Ποτέ, κατά τη γνώμη μου, δεν την προσέγγισαν κατά αυστηρά επιστημονικό τρόπο, δηλαδή αντικειμενικά, αμοραλιστικά, νοητικά. Όλοι οι συγγραφείς που ασχολήθηκαν με το πρόβλημα είναι γεμάτοι προκαταλήψεις. Πριν ακόμα αναζητήσουν και διερευνήσουν το μηχανισμό των νοσηρών αιτιών, εξετάζουν την «ασθένεια καθ' εαυτή», την καταδικάζουν ως μία κατ' εξαίρεση, επιβλαβή κατάσταση, και υποδεικνύουν εξ υπαρχής τους χίλιους δύο τρόπους για να την καταπολεμήσουν, να τη διακόψουν να την καταργήσουν, προσδιορίζοντας έτσι την υγεία ως μία «φυσιολογική», απόλυτη, σταθερή κατάσταση. Οι ασθένειες υπάρχουν. Δεν τις κάνουμε, ούτε τις ξεκάνουμε κατά βούληση. Δεν είμαστε αυθέντες τους. Αυτές μας κάνουν, μας διαμορφώνουν. Μας έχουν ίσως δημιουργήσει. Είναι το ίδιον αυτής της μορφής δραστηριότητας που ονομάζεται ζωή. Είναι ίσως η κυριότερη δραστηριότητα της. Είναι μια από τις άπειρες εκδηλώσεις της παγκόσμιας ύλης. Είναι ίσως η κυριότερη εκδήλωση αυτής της ύλης, της οποίας δεν θα μπορέσουμε ποτέ να μελετήσουμε παρά μόνο τα φαινόμενα συσχετισμών και αναλογιών. Αποτελούν μια μεταβατική, ενδιάμεση, μελλοντική κατάσταση υγείας. Είναι ίσως η ίδια η υγεία. Η χάραξη μιας διάγνωσης είναι, κατά κάποιον τρόπο, καθορισμός ενός «φυσιολογικού» ωροσκόπιου. Αυτό που συμβατικά αποκαλούμε υγεία δεν είναι, εν τέλει, παρά μόνο η στιγμιαία όψη, αναγόμενη σε αφηρημένο επίπεδο, μιας νοσηρής κατάστασης, μια ιδιαίτερη περίπτωση που ήδη έχουμε υπερβεί, αναγνωρίσει, προσδιορίσει, ολοκληρώσει, αποβάλει και γενικεύσει προς χρήση όλων. Όπως και μια λέξη που δεν εντάσσεται στο Λεξικό της Γαλλικής Ακαδημίας παρά μόνον αφού φθαρεί, απογυμνωθεί από τη φρεσκάδα της λαϊκής της καταγωγής ή την αφροδίσια ομορφιά της ποιητικής της αξίας, συχνά περισσότερο από πενήντα χρόνια μετά τη δημιουργία της (η τελευταία έκδοση του πάνσοφου Λεξικού χρονολογείται από το 1878) και ο ορισμός που της δίνουν τη διατηρεί, τη βαλσαμώνει, έστω και ξεφτισμένη, σε μια ευγενή, ψευδή, αυθαίρετη πόζα, που δεν είχε ποτέ της γνωρίσει την εποχή που ήταν του συρμού, τότε που ήταν επίκαιρη, ζωντανή, άμεση, έτσι και η υγεία, αναγνωρισμένη ως δημόσιο αγαθό, δεν είναι τίποτα άλλο από το ωχρό ομοίωμα μιας απαρχαιωμένης, γελοίας, ακινητοποιημένης ασθένειας, κάτι το πομπωδώς παλαιικό, που κρατιέται περίπου όρθιο στην αγκαλιά των κολάκων του και που τους χαμογελά με τα ψεύτικα του δόντια. Κοινοτοπία, «φυσιολογικό» στερεότυπο, είναι κάτι πεθαμένο. Και είναι ίσως ακριβώς ο ίδιος ο θάνατος. Οι επιδημίες, και ειδικότερα οι ασθένειες της βούλησης, οι συλλογικές νευρώσεις, όμοια κατά τούτο με τις κατακλυσμιαίες καταστροφές στην ιστορία του πλανήτη μας, σημαδεύουν τις διάφορες εποχές της εξέλιξης του ανθρώπου. Υπάρχει ένας στοιχειώδης και περίπλοκος χημισμός στο σημείο αυτό, ο οποίος δεν έχει ακόμα μελετηθεί. Όσο και αν είναι σοφοί, οι σημερινοί γιατροί δεν είναι physicians, όπως τους αποκαλούν στα αγγλικά. Απομακρύνονται όλο και περισσότερο από την παρατήρηση της φύσης. Έχουν λησμονήσει ότι η επιστήμη πρέπει να παραμείνει ένα είδος ηθικής ανάπλασης, υποταγμένη και σύμμετρη με τη διάσταση των πνευματικών μας κεραιών. «Προφύλαξη! Προφύλαξη!...», λένε συνέχεια. Και για να μην γελοιοποιηθούν καταστρέφουν το μέλλον του είδους. Εν ονόματι τίνος νόμου, τίνος ηθικής, τίνος κοινωνίας επιτρέπουν στον εαυτό τους να μας λυμαίνονται; Εγκλείουν, κατακρατούν, απομονώνουν τους πιο διαπρεπείς ανθρώπους. Ακρωτηριάζουν τις «φυσιολογικές» ιδιοφυΐες, τους φορείς, τους αγγέλους της αυριανής υγείας. Αυτοαποκαλούνται με έπαρση πρίγκιπες της επιστήμης, και, υποφέροντας από μανία καταδιώξεως, εύκολα παριστάνουν και τα θύματα. Σκυθρωποί σκοταδιστές, επενδύουν τη γλώσσα τους με αποφόρια από την ελληνική γλώσσα και, έτσι μασκαρεμένοι, διεισδύουν παντού εν ονόματι ενός μπακάλικου ορθολογικού φιλελευθερισμού. Οι θεωρίες τους, σκέτη αλογίσια κοπριά. Έχουν μεταβληθεί σε συνεργούς μιας άθλιας αστικής αρετής, που ανήκε άλλοτε κατ' αποκλειστικότητα στους θεομπαίχτες. Έθεσαν τις γνώσεις τους στην υπηρεσία μιας κρατικής αστυνόμευσης, και οργάνωσαν τη συστηματική εξόντωση όλων όσοι είναι κατά βάθος ιδεαλιστές, δηλαδή ανεξάρτητοι. Ευνουχίζουν τους εγκληματίες λόγω πάθους, και επεμβαίνουν ακόμα και στους λοβούς του εγκεφάλου. Γεροντικοί, ανίκανοι, ευγονικοί, πιστεύουν ότι μπορούν να ξερριζώσουν το Κακό. Η ματαιοδοξία τους δεν έχει όμοιο της παρά μόνο την κατεργαριά τους, και μόνο η υποκρισία τους βάζει κάποια τροχοπέδη στην ισοπεδωτική τους μανία, η υποκρισία και η λαγνεία. Πάρτε για παράδειγμα τους ψυχιάτρους. Έχουν καταντήσει υπηρέτες των εγκλημάτων των πλουσίων. Με υπόδειγμα τα Σόδομα και τα Γόμορρα, έχουν στήσει ανάποδους παραδείσους. Έχουν δημιουργήσει οίκους ανοχής που για να περάσει κανείς το κατώφλι τους χρειάζονται άφθονα τραπεζογραμμάτια, όπου το «σουσάμι άνοιξε» λέγεται χρυσάφι. Εκεί, όλα έχουν προβλεφτεί για τη συντήρηση και την ανθοφορία των πιο σπάνιων ακολασιών. Εκεί μέσα, η πλέον εκλεπτυσμένη επιστήμη ευνοεί το συβαριτισμό φρενοβλαβών και μανιακών μιας τόσο τρομερά μοντέρνας πολυπλοκότητας που τα καπρίτσια ενός Λουδοβίκου Β' της Βαυαρίας ή ενός μαρκησίου Ντε Σαντ δεν είναι παρά εξαίσια παιχνιδάκια. Εκεί μέσα το έγκλημα αποτελεί τον κανόνα. Τίποτα δεν θεωρείται τερατώδες, ούτε παρά φύση. Ό,τι είναι ανθρώπινο θεωρείται ξένο. Η ιατρική προθετική λειτουργεί μέσα σε μια λαστιχένια σιωπή. Τοποθετούν απευθυσμένα επάργυρα και αιδοία από δέρμα επιχρωμιωμένο. Οι έσχατοι ισοπεδωτικοί Κομμουνάροι, οι δόκτορες Γκιγιοτέν, εγχειρίζουν κυνικότατα οσφύς και νεφρά αριστοκρατικά. Έχουν μεταβληθεί σε πνευματικούς πατέρες του νωτιαίου μυελού και εφαρμόζουν ψυχραιμότατα τη λαπαροτομία των συνειδήσεων. Μετέρχονται τον εκβιασμό, το δόλο, τον εγκλεισμό, και αποσπούν φοβερά χρηματικά ποσά. Καταφεύγουν στον εξαναγκασμό, χρησιμοποιώντας αιθέρα, όπιο, μορφίνη και κοκαΐνη, χορηγώντας δόσεις και περιορίζοντας τες. Όλα βασίζονται σε μια κλίμακα που έχει καταρτιστεί ύστερα από τελεσίδικες στατιστικές μελέτες. Συνδυάζουν τον καταιωνισμό με τα δηλητήρια. Προεξοφλούν τη νευρική κατάρρευση και τη διέγερση της ευαισθησίας. Ποτέ η ιστορία δεν έχει γνωρίσει παρόμοια εταιρεία λυμαιώνων. Ό,τι και αν διηγούνται για την Ιερά Εξέταση και τους Ιησουίτες δεν έχει ποτέ αγγίξει μια τέτοια δεξιοτεχνία στην ικανότητα να εκμεταλλεύονται τον εκφυλισμό των γόνων με οικόσημο. Και έχουν εμπιστευτεί στα χέρια τους τη σημερινή κοινωνία! Και τα χέρια τους επεξεργάζονται τη ζωή του αύριο! Και να πού ήθελα να καταλήξω: να συντάξω ένα τρομερό κατηγορητήριο κατά των ψυχιάτρων, να προσδιορίσω την ψυχολογία τους, να περιγράψω, να καθορίσω την επαγγελματικά παραμορφωμένη συνείδηση τους, να καταστρέψω τη δύναμη τους, να τους παραδώσω στη λαϊκή Νέμεση. Από την άποψη λοιπόν αυτή δεν μπορούσα να πέσω σε καλύτερη περίπτωση από το διάσημο Ιατρικό Κέντρο του Βαλντενζέε.