ΓΕΝΕΙΑΔΟΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ

ΓΕΝΕΙΑΔΟΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ

Συγγραφέας: ΠΛΑΤΗΣ ΝΙΚΟΣ
Εκδόθηκε: 01/12/2002
ISBN: 960-7073-81-9
Σελίδες: 344

ΕΞΑΝΤΛΗΜΕΝΟ

βιβλια

Ένα χρονικό οκτώ χιλιετιών εμπλουτισμένο με όμορφα λογοτεχνικά ντοκουμέντα και ιστορήματα τέχνης αποτελούμενα απο εκατοντάδεσ γλυπτές, ζωγραφιστές και όποιες άλλες γενειάδες.Το βιβλιο εκτός από άλμπουμ τέχνης, είναι μια συνοπτική, χιουμοριστική ιστορία των ανθρώπινων ψευδαισθήσεων.

Ο πρώτος γενειοφόρος στη γη, αν πιστέψουμε τον γάλλο γελοιογράφο Jean Effel (αλλά και πλείστους άλλους «αυτόπτες» μάρτυρες), είναι ένας καλοκάγαθος στην όψη φαλακρός γεράκος. Ο καλός θεούλης. Ζει παρέα με τα αγγελάκια του, μια ζωή χαρούμενη δίχως μικρές ή άλλες έγνοιες. Είναι ένας Θεός, όχι κάποιος τυχάρπαστος ανθρωπάκος του καθημερινού μόχθου! Και σαν τέτοιος που είναι δεν χρειάζεται να μεριμνά και να αγωνιά για τίποτε. ΄Ετσι, απολαμβάνει περιχαρής τη θεία τεμπελιά του. Ελλείψει κοινωνικού περίγυρου δεν έχει χρεία ξυριστικής μηχανής. Ούτε από πινέλο —ούτε φυσικά από «άφτερ-σέιβ» και... καυτές κομπρέσες, κάποιου πολυλογά κερκυραίου κουρέα! Τα μαύρα γένια του μεγαλώνουν φυσιολογικά κι απρόσκοπτα και ασπρίζουν —όπως η κορυφή του ΄Αθω από το ολόλευκο χιόνι— επερχομένου του χειμώνος. ΄Οταν κάποια στιγμή θα βαρεθεί να χαϊδεύει νωχελικά τη φουντωτή άσπρη γενειάδα του θα αφεθεί, οικειοθελώς, έρμαιο στις δημιουργικές του ικανότητες, κι έτσι θα μας προκύψει ο γνωστός Παράδεισος. Για να υπάρξει η απαιτούμενη αρμονία θα χρειαστεί να γίνει ένας καλός δάσκαλος. Θα διδάξει ακόμα και τις μύγες. Θα τις μάθει πώς να πετούν. Ο δεύτερος γενειοφόρος σ' αυτόν τον πλανήτη, σύμφωνα πάντα με τον Effel, είναι ο... σκανταλιάρης γείτονας του ασπρογένη γερούλη. Ο γνωστός τοις πάσι Ντε Φρα Διάβολος. ΄Ενας μαυρογένης «κατσικάνθρωπος» με συμπαθητική φάτσα και εμφανώς περιπαιχτική διάθεση, που αποτυπώνεται προκαταβολικά στο χορταστικό χαμόγελό του. Ως Διάβολος που είναι, κάνει τα πάντα για να... διαβάλει τα έργα και τις ημέρες του καλοκάγαθου γείτονά του. Ανάμεσα στα πλάσματα που θα επινοήσει ως... συνδημιουργός του Παραδείσου, και ένας υδρόβιος τράγος με φτερά. Κατ' εικόνα και ομοίωση του μαυρογένη Θεού του, το δημιούργημα τούτο, θα φέρει εφεξής κέρατα και μυτερό μουσάκι και θα καταστεί γι' αυτό το λόγο το δεύτερο (μετά τον βίσονα) γενειοφόρο ζώο της πλάσης όλης. Ο τρίτος γενειοφόρος που θα προκύψει (επί της γης) θα είναι ο Αδάμ. Ο γνωστός και ως πρωτόπλαστος. Από το πλευρό του ο καλός θεούλης θα ζυμώσει, σαν μερακλής κεραμοποιός, το ταίρι του, την Εύα, με την οποία ο Αδάμ θα συμφάγει το απαγορευμένο μήλο και θα βρεθεί, από τη μια στιγμή στην άλλη, έκπτωτος του Παραδείσου, να τραβάει απελπισμένος τα γένια του. Προς τι όλη αυτή η ταλαιπωρία του; Σύμφωνα με το ζωγράφο Τιτσιάνο Βετσέλιο (Tiziano) γιατί, άπειρος όπως ήταν, μπέρδεψε... τα στήθη με τα μήλα. Δυστυχώς γι’ αυτόν (τον Αδάμ δηλ.) η έννοια της σφριγηλότητας δείχνει να είναι μονοσήμαντη. Κι ύστερα θ' αρχίσουν να τρέχουν σαν τρελοί οι δείκτες στα ρολόγια. Ο χρόνος εκτός Παραδείσου περνά πολύ γρήγορα. Οι γενειοφόροι θα πληθύνουν, θα γίνουν μύριοι όσοι. Οι γενειάδες, πολλές και διάφορες: κοντές, μακριές, με μία ή δύο μύτες, κομμένες στρογγυλές, τετράγωνες, σε σχήμα πετάλου αλόγου και βεντάλιας, μαύρες, άσπρες, γκρίζες, κόκκινες, ακόμα μπλε ή πράσινες και γαρνιρισμένες με ασημένιες και χρυσές κλωστές. Δεν θα λείψουν, φυσικά, και οι γενειοφόρες κυρίες. θα παραμείνουν, όμως, εξαιρέσεις του κανόνα. Η γενειάδα, από γενετικής πλευράς, κατατάσσεται στα φυλο-περιορισμένα (sex limited), δηλαδή, όπως το λέει και η λέξη η εμφάνισή τους περιορίζεται από το φύλο. Μια φυσιολογική γυναίκα δεν μπορεί να αναπτύξει γενειάδα, επειδή δεν παράγει τις ορμόνες που απαιτούνται για την ανάπτυξη τριχοφυίας στο πρόσωπο. Μπορεί, βεβαίως, να μεταβιβάσει τα γονίδια τα ειδικά (υπεύθυνα) για την ανάπτυξη της γενειάδας στους υιούς της. Τα γονίδια για τη γενειάδα τα 'χει και η γυναίκα, μόνο που τα δικά της είναι σε καταστολή. ΄Ετσι, λοιπόν, μιλώντας κανείς για μούσια, γένια, πώγωνες και γενειάδες αναφέρεται, σχεδόν πάντα, σε άντρες. Αλλά ας αφήσουμε καλύτερα τις γενικότητες κι ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή. ΄Η μάλλον λίγο μετά (κάμποσες χιλιάδες χρόνια αργότερα, για την ακρίβεια). Μιας και, όπως μαρτυρούν όλες, σχεδόν, οι σπηλαιογραφίες, οι άνδρες των Νεάντερταλ μάλλον ξυρίζονται μετά περισσής μανίας. Η αβάστακτη φαγούρα από τις ειδικές ψείρες που «συχνάζουν» στο τριχωτό του ανδρικού προσώπου είναι ασφαλώς ένας καλός λόγος για την επινόηση της πρώτης (αλλά και της νιοστής, από τόπο σε τόπο και χρόνο σε χρόνο) ξυριστικής λεπίδας. Ας πιάσουμε, λοιπόν, τα πράγματα απ' την αρχή...

ΠΛΑΤΗΣ ΝΙΚΟΣ